Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

4:21 στο κρεβάτι του μεσονυκτίου παρέα με τον ήχο του σκουπιδιάρικου / θυληκή και λίγο κοκκαλομένη

παράδοξη γη με εκμηδενίζει σε υπόστεγα
τι δεν καταλαβαίνεις;
στέκομαι και κοιτάζω
=-2υ;ςδΨ]Ζ
 μέχρι οι λέξεις μου
ΝΑ γίνουν σχήμα
που τινάζεται ελαφρά
΄έχει στο ένα χέρι έναν πομπό
κι ακούει συλλαβιστά τις μικρές ώρες
πώς πεθαίνουν τα φίδια
και ΄πώς αντικατοπτρίζονται οι
άνθρωποι σε παχύρρευστα υγρά

κι εγώ
κάθε φορά να προσπαθώ
να σου εξηγήσω με λόγια ανθρώπινα
αυτό τον ύπουλο κόμπο στο στομάχι

κάτι ζει εκεί μέσα
πέρα από τροφές, αίμα και κυτταρόπλασμα
κάτι ανασαίνει χωρίς εμένα
ανεξάρτητα απ' την υπόταση ή την
υπερφίαλη συνήθεια της σκέψης να
κουράζει,
ςσοφιςσπ=-ρςδ[]

φύγε.
αυτή τη στιγμή ο ύπνος πέθανε κι ο θάνατος κοιμάται
ωραία,
έχω χρόνο
να με επανεφεύρω.

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

έχοντας σκοτώσει το ερμαφρόδιτο παιδί των φόβων



η πλήξη με σχηματίζει
περιμετρικά
μεταγγίζοντάς με σε υπόλοιπα σκιάς
ή γονικλισία.

πλεσιώνομαι από υγρά παραμορφομένα
πρόσωπα
αχρηστεύοντας πια τη φωνή
που παίζει με τα ερειπωμένα κεφάλια
των νώθων σπασμών μου

το δέντρο στην πλατεία
δε με φοβίζει πια
θέλω να ζήσω πάνω απ' τις
λέξεις
δεν με φοβίζουν πια
τα χειλικόληκτα "θα"
θηρία που δαμάζω
με την απόλυτη παγερότητα
του μαθηματικού
ή του δολοφόνου

ξέρω, πώς μέσα απ' τη
διάνοια, αιωρείται το φως
μιας ηλίθιας τρέλας που ανασαίνει πρόστυχα.
θα την γιορτάσω
με επιφωνήματα παραληρηματικά
που θα με διώχνουν απ' τη φωνή μου
όσο θα τρέμω ηδονικά
ξεσκεπάζοντας φυγόκεντρα και εκκεντρικά
την άγρια νιότη της αυτοκατάρρευσης