απόψε πρόσεξα ότι μου έλλειπε ένα χέρι
πρόχειρα το αντικατέστησα με το δικό σου
πρόθυμα το έκοψες και μου το έδωσες
είπες πως αυτές τις μέρες δεν το χρειαζόσουνα
σου αρκούσε να με κοιτάζεις να χρησιμοποιώ αυτά τα χέρια.
όμως δεν έκανα τίποτα
μόνο καθόμουν αμίλητη κοιτάζοντας το δανεικό μου
χέρι
το χάιδευα με το δικό μου -αυτό που είχε μείνει-
κι όλο έκλαιγα για το κομμένο χέρι μου
και για σένα που δεν άντεχα να σε κοιτάζω
με ένα χέρι, μου έφτιαξες ένα μηχανισμό
και πάλι ανταλλάξαμε, και ολοφώτιστος έφυγες
αν και πάλι είχες τα δικά σου τα χέρια όπως πρώτα
ένιωθες σαν καινούργιος, ανυπομονούσες να τα χρησιμοποιήσεις ξανά.
κι εγώ χάιδευα το μηχανικό μου χέρι,
με αυτό -το άλλο-
που είχε μείνει
κι όλο έκλαιγα για το κομμένο χέρι μου
και για μένα, που δεν άντεχα να με κοιτάζω